- αμφίσφαιρος
- -η, -ο [σφαίρα]1. αυτός που έχει σφαίρες στα άκρα του2. (το ουδέτερο ως ουσιαστικό) το αμφίσφαιρομεγάλος αλτήρας που υψώνεται και με τα δύο χέρια για άσκηση τών μυών.[ΕΤΥΜΟΛ. < αμφι-* + -σφαιρος < σφαίρα].
Dictionary of Greek. 2013.